Новогреческий словарь
μελινίτιδα
μελινίτιδα
(-ιδος) η хим.
меланит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
меланит
? —
μελινίτιδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μελινίτιδα
? — меланит
#
(ново)греческий словарь
—
τσακωμός
—
οιστρηλατούμαι
—
αναθορυβώ
—
σφαιρικός
—
διπολικός
—
αλληλεπίκουρος
—
ζαβομάρα
—
εκποιώ
—
λαθρόβιος
—
γυψώνω
—
αντισεισμικός
—
ανασφάλιστος
—
καταδότρια
—
καταμετρώ
—
ανασταλτικός
—
θεατρώνης
—
πρωία
—
ηγιασμένος
—
εξάρθρωση
—
φουχτίζω
—
μισθοσυντήρητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,