|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πρωρατεύω? — — ελληνιστί — αξιόπρεπος — γενεσιουργία — λαοκατάρατος — απογένομαι — κολυμπάδα — γλωσσολογώ — αχλαδόκρασο — ανολοκλήρωτο — φωνασκία — κωλαρού — τρικράνι — γαιάνθραξ — φορούσι — ακριτολογώ — αργυρολόγος — παράλλαξις — φιλόγελως — λατομική — ημικατεργασμένος — βραδύπλους |
|||