|
по инстанции #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово по инстанции? — ιεραρχικώς как с (ново)греческого переводится слово ιεραρχικώς? — по инстанции — τσομπανόπουλο — αλλοιώνω — βλογάω — απόλωλος — ναυπήγημα — φραγκισκανή — πιπερόριζα — μουσουλμανισμός — πιπεροδοχείο — αγνωστοποίητος — εριουργία — μεγαλούτσικος — αυτοτραυματίας — αποφολιδωτικός — ασύρματα — αυτογονία — πολύτριχος — αδελφομίκτις — ξηρασία — αναστέλλουσα — ξεμασκαλίδι |
|||