|
непонятный, необъяснимый; ~α λόγια — непонятные слова; ~η συμπεριφορά — необъяснимое поведение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непонятный? — ακατανόητος как на (ново)греческом будет слово необъяснимый? — ακατανόητος как с (ново)греческого переводится слово ακατανόητος? — непонятный, необъяснимый — κινέζικο — αμφιδέτησις — καλυκάγρα — οξύ — μπελαλίδικος — παραμυθολόγιο — μαϊντανός — υπονομευτικά — σεμνοτυφία — καταιόνηση — ζεύγλη — ξανασπρίζω — χίλια — μαντέμι — απιστώ — ψυχραντικός — φοιβόλητος — αρτύσιμος — πιατοθήκη — ψωμοπάτισσα — επιδιαιτητικός |
|||