εκβαρβαρώνω

формы словаβ
εκβαρβαρώνω
варваризировать



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово варваризировать? — εκβαρβαρώνω
как с (ново)греческого переводится слово εκβαρβαρώνω? — варваризировать


συνωμότιδααγγελοκάμωτοςστράτσόχαρτοδιθυραμβικόςσοσιαλιστικόςπροσηλυτισμόςμπελαλίδικοςμοναρχισμόςκοσμοσωτήραςχιλιοχρονίτικοςαρχιψεύτηςυπερπλήρηςλογικάεξοστρακισμόςαποκάτουανυντριάπαρωδώπρογραμματισμένοςπαλιοπατσαβούραξυπνητούριααιμοπότις




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit