αηδονίζω

формы словаβ
αηδονίζω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αηδονίζω? —


επιπληκτικόςσυνωμότριαμάρμαρααλμύραεφοδραργύρωσησύμπνοιαεπιμελητηριακόςνεροπούλαιστιοφόροδιάτρησησαπουνόχορτοτριανταφυλλένιοςβιταμινούχοςανίατοςσταυροδοτώξηραίνομαιδιπλασιασμένοςμαγγανείααστρύμωχτοςαδημοσίευτοςδασκάλεμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit