|
το бот. аронник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аронник? — φιδόχορτο как с (ново)греческого переводится слово φιδόχορτο? — аронник — ξυπάζομαι — δεοτερεύω — ακοιμησιά — ανεξαργύρωτος — πλανώ — κωδικοποίηση — απαντώ — αναβίβαστρον — πατερίτσα — χαλκίτιδα — μεταλλοειδής — ανοικειότητα — δυνητικός — πίστωση — ατύλιγος — αστεροειδής — φλομπέρ — χερούλι — στερεοποιώ — διάχρυσος — ελάσιμος |
|||