|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιωρίζω? — — κακοπαθιασμένος — αποκατάσταση — βαποράκι — αντισταθμιστικά — τσάπουρνο — νομοταγής — καταπλακώνω — αμετάγνωστος — δελτιογράφηση — αναγνώθω — δασύτριχος — έριο — γοργογύριστος — ατσάλωση — αναιτιώδης — δερματοπάθεια — κακόγλωσσος — ηγγυημένος — θεόδμητος — συμψηφίζω — μετερίζι |
|||