|
ο архаизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово архаизм? — αρχαϊσμός как с (ново)греческого переводится слово αρχαϊσμός? — архаизм — χωματένιος — στρατωνίζομαι — απρονοησία — κακογεννήτρα — ψυχογένεση — προεκτείνω — αναβάσιμος — δόσιμο — απογοητευμένος — φασκιά — επιστομίζω — αλευρώδης — αυτοκολακεύομαι — νυχτοπερπατώ — γιαγέρνω — ηδονικά — βόριο — τοκομερίδιο — ακόντιο — ούφ — ηνιοχώ |
|||