|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δηκτικά? — — χιαστός — ψυχοπαίδα — ναρδικός — εναντιολογία — υμνογραφία — δυσκόλεμα — σπιθοβόλημα — διαρρινώ — αμμωρυχείο — αποζευγώ — αγκαλιά — ωσμοσκόπιο — συμβατός — μερακλού — αμαξιάτικα — εξουδετέρωση — κριτικός — κριός — αυτοτραυμοτίζομαι — ιδρυματισμός — δυσκίνητα |
|||