|
сжимать в кулак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сжимать в кулак? — γροθιάζω как с (ново)греческого переводится слово γροθιάζω? — сжимать в кулак — δυσπιστία — έκχυσις — βουλευτοκρατία — σέβομαι — ζευγολατιό — ερυθροφοβία — μπεκρουλιάζω — ευνοούμενος — υπερευπαθής — πορδαλάς — απροφυλαξία — αντικειμενισμός — ενοθεΐα — ισοζυγιστής — μονόπραχτος — συνδιδάσκω — ξερομασάω — αναπάντεχα — ευφόρητος — μπόγιας — εγγυοδότης |
|||