|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιερόδουλη? — — κότσυφας — κοφτό — γιανίτσαρος — εντόπιση — τεϊοποτείο — χυμένος — απενταρία — αναπληρωτικός — επικονιασμός — ανέκδαρτος — ανδραποδιστικός — συνδιαλέγομαι — κυτταρικός — ζαμπόν — αστάθεια — εξαεριστήρας — κουραδόβλαχος — διαστέλλω — κενό — μισοπαράνομος — πτώχεψη |
|||