Новогреческий словарь
ασκούμενος
ασκούμενος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασκούμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τραυματίας
—
δυσδιήγητος
—
γλιστρολογώ
—
αυτοδύναμος
—
παρερμήνευση
—
καθελκυσμός
—
ξεμέθυστος
—
Κωνσταντινούπολη
—
συμπίνω
—
κέκτημαι
—
μεικτός
—
αλεξήλιον
—
φραίζα
—
παρήλιξ
—
κατάστερος
—
κατήφορος
—
άνηθο
—
περισφίγγω
—
εφτάστιχο
—
οία
—
άνθισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве