|
το прессовка, прессование #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прессовка? — πρεσσάρισμα как на (ново)греческом будет слово прессование? — πρεσσάρισμα как с (ново)греческого переводится слово πρεσσάρισμα? — прессовка, прессование — βρουχίζομαι — αδροκαμωμένος — μεσοστρατής — ενθουσιοσμός — συμπροφορά — αποκρυσταλλοποίηση — διυφαίνω — μίκρεμα — άλουστος — προανακρίνω — θρηνώ — λιβαδήσιος — τσυλίκι — περιγραφικός — ανοιχτοκαρδιά — οκναμάρα — χαλυβδωμένος — μαυροτήγανο — κούτρουβάλιασμα — ανεύρυνση — αναπέμπω |
|||