|
реставрировать картину #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово реставрировать картину? — αναζωγραφώ как с (ново)греческого переводится слово αναζωγραφώ? — реставрировать картину — επινοηματικός — λίπα — σφετερισμός — ενηλικιότητα — αποικιοποίηση — ραϊσματιά — πουλαδίτσα — εντεταλμένος — σπιτάλιο — αρκτοζέφυρος — εξώτερος — ωραίο — αραποσίτικος — γαληνεύω — τροποποιούμαι — πολυύμνητος — μπάσος — τέταρτο — αρνοπόκι — ασύναχτος — καθήλωμα |
|||