|
το клык #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клык? — σκυλόδοντο как с (ново)греческого переводится слово σκυλόδοντο? — клык — καβουρμάς — βεργινάδα — φραχτικός — αλάκιστος — απολύτρωση — ισχύω — κορνιζοπωλείο — ιχνηλάτης — διαβατάρης — λήψη — τελειοθηρία — ακροβολώ — χαρτοσακούλα — υπάλληλος — δικτατορεύω — εκείθεν — τρελοκόριτσο — άπηξ — ηλεκτρόλυση — κουλές — μαϊμουδήσιος |
|||