|
ο продавец фруктов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово продавец фруктов? — οπωροπώλης как с (ново)греческого переводится слово οπωροπώλης? — продавец фруктов — τοτουϊσμός — στέρεος — ανυπερθέτως — κελλί — εμφιαλώ — ιερολογία — φαλακροκόρακας — μνημοτεχνική — σειράς — φελλομάννα — νιαουρίζω — χωριατιά — ξεμπροστιάζω — διακεντώ — βρίζω — γαλειουρίζω — οσμηρός — επιπλοκή — αρτοβιομήχανος — προεξοφλητέος — επικάλυψις |
|||