|
τα плата за взвешивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плата за взвешивание? — ζυγιστικά как с (ново)греческого переводится слово ζυγιστικά? — плата за взвешивание — λιόβγαλμα — παντρολογώ — αντίδωρο — μισόξενος — ολόσωμος — χημισμός — χταποδοσαλάτα — παροπλισμός — γεγές — υπότροφος — ενστερνίζομαι — πιεζομετρία — ιατρόσημο — λαοφιλής — πορνοβοσκός — βρέμα — συνολικώς — κρυμοπαγία — αλλοιωμένος — υποκαπνίζω — αχρωσία |
|||