|
ο теолог, богослов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово теолог? — θεολόγος как на (ново)греческом будет слово богослов? — θεολόγος как с (ново)греческого переводится слово θεολόγος? — теолог, богослов — δεκάζω — τρούλος — ομοψυχία — ανθρωπότη — δάδινος — βρουκόλακας — μικροβιοφάγος — στρούμπος — ξεσκούφωμα — τράπουλα — μούλος — παραπόρτι — δεντροφυτεύω — όμορφα — ζημιωτής — παιδοψυχολογία — κορνέττο — γλαυκοπράσινος — χαβανόχερο — επιφανής — επιδεκτικός |
|||