|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σοκολατίτσα? — — αγριοπετεινός — καμωματάκι — σκιρώ — ταλαντούχος — καταφεύγω — καπνέμπορας — δακράκι — ωταλγικός — άλουτρος — φορολογία — χοντρόπετσος — σκαρουχιά — αναπαραγωγή — βαρβάτος — σκλαβώνω — πρωτόγεννα — ασβεστοποίηση — στειρωτικός — πόκος — σύρμα — δεματάς |
|||