|
το озерцо; болотце #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово озерцо? — λιμνίο как на (ново)греческом будет слово болотце? — λιμνίο как с (ново)греческого переводится слово λιμνίο? — озерцо, болотце — ανετυμολόγητος — ενδιαθέτως — ακαμάκιαστος — υποδεσπόζουσα — κομβίον — ξεφάντωμα — εφταπλάσιος — ρητινόλασπη — μασημένος — συνοδεία — επίτομος — λησμονάω — αλλιώτικα — αδιαβατικά — μελάνη — λούπινος — εκατονταπλάσιο — καταστρέφω — φοβισμένος — μουρμουρίζω — δικαιοπραγώ |
|||