Новогреческий словарь
γύφτικο
γύφτικο
το
кузница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кузница
? —
γύφτικο
как с
(ново)греческого
переводится слово
γύφτικο
? — кузница
#
(ново)греческий словарь
—
αγουρίδα
—
αμυγδαλοθραύστης
—
αγγειοπληθής
—
συνεισηγητής
—
λαθρομετανάστης
—
τρυσμός
—
σχολαστικισμός
—
άφλογος
—
μοσχοβούτυρο
—
ανακτομισθία
—
χρυσοχοείο
—
ψωροκακόμοιρος
—
χρηματομεσίτης
—
τσινίζω
—
μήνουρος
—
Ρούσος
—
στενακτικός
—
μυρσίνη
—
ορνιθοπωλείο
—
οροδοσία
—
έκθυσις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве