|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βυνοσάκχαρο? — — γατοφαγωμένος — μπότα — εξοχώτατος — χαρτόμουτρο — χρυσούχος — χιλιοχρονίτικος — τσέρι — βιβλιολογικός — αφιλόνικος — ελαιοπώλης — τσιλημπουρδίζω — αεριοωθούμενο — ακόκκιστος — κάψωμα — ρεζιλεύω — συσσωματώνω — αγγελομάτης — ευθορσώ — αμπουλας — καταφέρω — κρεατί |
|||