|
αφ' ότου с тех пор, как #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово с тех пор? — αφότου как на (ново)греческом будет слово как? — αφότου как с (ново)греческого переводится слово αφότου? — с тех пор, как — εργαλειοστάσιο — βέρστι — βουκιά — επαγγελματισμός — ανελάττωτος — προσεδαφίζομαι — στρέβλωση — παπαδοπούλα — αγυιόπαιδο — τοπικισμός — λευκόχαλκος — αγαπητικιά — αγρυκνώ — κολάφισμα — ψευδότοιχος — νεφρίδιο — πολυξοδίαστής — πάντοτε — χαρισάμενη — ακρόρριζος — λαγοτόμαρο |
|||