|
το звон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово звон? — κουδούνισμα как с (ново)греческого переводится слово κουδούνισμα? — звон — αριολόγι — μητρώο — διαλυτής — αναγνωσιμότητα — μουνοθύελλα — εβραϊκή — ανεξέλικτος — ακαθυστέρητος — έγγραφος — μαρξιστικο-λενινιστικός — πεπωρωμένος — περιχύνω — αγουράδα — βερνικώνω — καταγέλαστος — συμμαζευτός — εγκόλληση — δρυοδεψικό — επωμιδόδεσμος — κωλάκος — αντιαρθριτικός |
|||