|
(-ητος) ο спиртовые дрожжи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спиртовые дрожжи? — ζυμομύκης как с (ново)греческого переводится слово ζυμομύκης? — спиртовые дрожжи — αβανγκαρντιστής — χαλκοτύπος — εμπλήρωση — ερωτοπαθής — συναλλαγματική — ξώδερμα — κουρελού — δεμάτιασμα — πιατέλλα — ρευματόμετρον — ουδείς — γαλβανίζομαι — διεζευγμένος — αρατίζω — σαρανταήμερο — κτίσμα — απηρχαιωμένος — αντιχαιρέτισμα — ξεδιαντροπιά — εξολισθάνω — αχείλος |
|||