|
неотъемлемый; ~α δικαιώματα — неотъемлемые права #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неотъемлемый? — αναφαίρετος как с (ново)греческого переводится слово αναφαίρετος? — неотъемлемый — δεσποτικώς — κολακευτικά — εγκληματολογία — ημερομίσθιο — βάρανος — ψυκτήρας — ενεχυροδανειστήριο — επιτροχάδην — τροχήλατος — τσογλάνι — αλάκτιστος — ξέμπλεγμα — υπαρχή — χιλιεκατομμύριο — μάϊδε — χωριατοφέρνω — υπερπροστατευτικότητα — βαθέως — αμεσίτευτος — αναδρομάρης — χρησμολογώ |
|||