|
η та(__,__) у кого тонкие(__,__) как спички(__,__) ноги #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово та, у кого тонкие, как спички, ноги? — καλαμοκάνισσα как с (ново)греческого переводится слово καλαμοκάνισσα? — та, у кого тонкие, как спички, ноги — φαφλατού — εχθρικά — κοινωνικοποιούμαι — παρασπόνδησις — αναθεμελιώνω — μικροαπατεώνας — δαρβίνειος — εντολεύς — ανέγνοιαστος — ελαφραίνω — αποφάγι — δηκτικότητα — συνέτιση — σταδιομετρία — ποντιακός — ουρανόπλαστος — γαϊδουροσύνη — αγριόκοττα — ξενία — πιγκώνομαι — χαρταετός |
|||