Новогреческий словарь
αναρριχήτρια
αναρριχήτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναρριχήτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λατινιστί
—
γκρινιάρικος
—
αγροκατοικία
—
σιχασιάρικος
—
ξέφωτα
—
σβέρκος
—
ιππέμπορος
—
αυτοκαλλιέργεια
—
αστακός
—
αλαζόνευμα
—
γυμνασιόπαιδο
—
αργοτάξιδος
—
μαντέκα
—
ανεμίδι
—
γραφογνωστική
—
αλλοί
—
διαδοκίς
—
εκφοβιστικός
—
υπερκαπιταλισμός
—
ευχαριστιέμαι
—
διομολογώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве