|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναρριχήτρια? — — πεντηκονταπλάσιος — ακατάθετος — ξηρός — φωτοταχυμετρία — επασχολώ — σοβαρός — αξεπάστρευτος — αρμόνικα — γέλοιο — μυσταγωγία — ένρινος — ασάπιστος — αποχρέμπτομαι — ανεπάντεχος — αποθηρίωση — ψυχοπαθής — διεστάλην — κοκαλένιος — μπόρ — αγιόκλημα — ορογραφία |
|||