ηλιοτρόπιο

формы словаβ
ηλιοτρόπιο
το бот., мин. гелиотроп



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово гелиотроп? — ηλιοτρόπιο
как с (ново)греческого переводится слово ηλιοτρόπιο? — гелиотроп


ανεξονύχιστοςαραβοσιτόψωμοτρυγόναθωριούμαιανέρχομαιεκκαψυλλιώνωπρωτόκλιτοςκομμουνιστήςπαρέκτασηΚατοχήσκωληκοτρόφοςσαμαροσκούτιγιλεκάκιεξέλασηακακοπέραστοςπιτσιλιάγόμαροςεπιπλάςχωνευτικότηταεπισκίασιςαναπόδεικτος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit