|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σφερδούλακας? — — αχυροκόπος — ιδιόβουλος — εκκλησιασμός — ημεροκάματο — πολυμορφισμός — φουγού — υπερώνυμο — πλεονεκτικός — σπινθηροψία — αδιαντροπιά — εργοδότις — λιθάνθρακας — αγορίστικα — φθογγογραφικός — νεοφιλελευθερισμός — εκδάσωση — ποκάρι — ειδυλλιακός — αληθοέπεια — αγρίως — ανισομερώς |
|||