|
в летнее время #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово в летнее время? — καλοκαιριάτικα как с (ново)греческого переводится слово καλοκαιριάτικα? — в летнее время — σκοτισμάρα — παιδοχειρουργική — πυράδα — γονικά — διπλιάζω — ασκάρωτος — τρεχάτα — γάζωμα — αποτελματώνω — αφαιμάσσω — αλάκερος — λαθραναγνώστης — ακτοφρουρός — παραφορά — υδροπλανοφόρο — αδιάνυτος — ξώστεγο — χειρισμός — αμυαλιά — ιερογλυφικό — φλόγινος |
|||