|
прямой наводкой #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μετωπικά? — — αποκάμωμα — ηγουμενοσυμβούλιο — αράδιοσμα — κανάτας — μονήμερα — αμύητος — διάγγι — κουτσονούρικος — διέκπλους — σιγαστήρας — ορθός — ωσμογράφος — δαπανώ — τεμπελχανείο — ασπριτζής — γκανιάζω — λευκοφόρα — ευκοίλια — ετερόκλητος — μυαλό — τριχωτός |
|||