|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Τυρινή? — — συνακτήρας — σκονάκι — διημέρευση — στιά — γυμνισμός — χοιράδωση — σταχυολόγηση — παραπαίδι — ταξιδιάρης — σκαμπάζω — σαββατισμός — παραμέληση — δοκίμως — αταύτιστος — μελομανία — Μογγόλα — ακαλαπόδιαστος — δάχτυλας — κατώφλια — κουτσομπόλεμα — εκσκαπτικός |
|||