|
ο 1) филос. прагматист; 2) реалист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прагматист? — πραγματιστής как на (ново)греческом будет слово реалист? — πραγματιστής как с (ново)греческого переводится слово πραγματιστής? — прагматист, реалист — βρακίας — ηθογραφία — πολυθεϊστής — πονοκεφαλιάζω — γανωματζής — χηλοειδές — αναδεχτός — μπανιαρισμένος — στέγνα — αδέκαστος — κρυφτός — στριγκλιά — δρακόντι — μυελίνη — συμβιβασμένος — γυαλιστός — φλεγματικά — ακροτελεύτιος — ύβωμα — κατασβήνω — ποδίτσα |
|||