|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξανθομαλλού? — — ασύνδετος — σκιάδι — βασιλόπουλο — ρουσφετολογικός — λευκάζω — αγγαρικά — μαζώνομαι — κακοφορεμένος — βοηθούμαι — αποπλανητικός — μαστορεύω — διπλοπαρακαλώ — γυρεύτρα — παγωμάρα — ανεγοριά — πολυγραφώ — γινώσκω — χουζούρεμα — αρχιμηχανικός — αλλοτριογομία — αμπόδιστος |
|||