|
неуживчивый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неуживчивый? — ασυμβίωτος как с (ново)греческого переводится слово ασυμβίωτος? — неуживчивый — υφαντικός — διάδυση — μαζαλίζω — σόδειασμα — ανδριάς — καταφθάνω — λιοπερίβολο — αυτογονιμοποίηση — ανάμιχτα — φραγγελώνω — ανεπιτήδειος — μισότρελλος — ερημόνησο — περικεφαλαία — άσμιγος — φάραγγας — ζωαρκή — μαραγκούδικος — μάταια — επανάταξη — αιθεροβάμων |
|||