|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αβαθύρριζος? — — ημεραίος — χωροσταθμητής — μεγαλωμένος — ψαθάς — αυτοχειρία — φόρτος — φρόκαλο — γεννημένος — ξέζεμα — μαγνητοπυρίτης — δέρομαι — αμφιρρεπής — κορδωτός — εγκωμιαστικός — αμερεμέτιστος — ευπαθής — σύσκεψη — απροφύλαχτος — νεοφοβία — εγκλείω — στεριώνω |
|||