|
беспристрастный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово беспристрастный? — αμερής как с (ново)греческого переводится слово αμερής? — беспристрастный — καλαμοπόδαρος — πραξικοπηματικά — απομόνωση — λεβεντόκορμος — ξεροφαγιά — προσόν — περιήγηση — χριστιανισμός — εννεακόσιοι — ανασπάζομαι — σπονδή — ανάμικτης — τετραποδίζω — χεροκάμωτος — ανθυγιεινός — μπάσκετμπολ — μενεξεδής — παγώνω — ματοτσίνωρο — φουμάρω — δυνητικός |
|||