|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακαροειδής? — — μπουζίκα — μαγυαρικός — κύμνο — καταπόδι — ορμητικός — υδροστρόβιλος — θνησιγέννητος — μισογινωμένος — υγιός — βουβαλιά — στάχτη — εβδομηκοντούτης — φιλοπότις — οροθετικότητα — ασελίδωτος — μοσχοστουβιά — άβαφος — εμβάζω — δέψη — φορμαλισμός — αυτοαποκάλυψη |
|||