Новогреческий словарь
αμφιμήτριος
αμφιμήτρι|ος
единокровный
(о братьях, сестрах)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
единокровный
? —
αμφιμήτριος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμφιμήτριος
? — единокровный
#
(ново)греческий словарь
—
γυαλικά
—
ηλικιώνομαι
—
αρρενωπό
—
τσατίζομαι
—
λούτρολογικός
—
αετωματικός
—
μαντζούνι
—
σκηνογραφικός
—
πολυθεϊσμός
—
λιθιά
—
προτείνω
—
ανταλγικός
—
ηλιολατρικά
—
πεδιλωτός
—
στοιβαχτός
—
πονοκεφαλιά
—
απερίφραχτος
—
αραποσυκιά
—
εξύψωση
—
ψυχοσωτήριος
—
κρυψίβουλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,