πιστοδότης

формы словаβ
πιστοδότης
ο кредитор



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово кредитор? — πιστοδότης
как с (ново)греческого переводится слово πιστοδότης? — кредитор


μικράκανονάρχηςμαντατοφόροςφυγοδικώαναγούλιασμασκέφτομαιαλλογενήςπρογονόπληκτοςχειρομάλαξηΆραψτροφοδότησητρέξιμοαπαρέσκομαιφυσιολατρικόςμισοσβημένοςκεφαλώνωσκόρνυστάζωχτενίδιααποσπείρωκουντουράδικο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit