|
το хим. калий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово калий? — ποτάσσιον как с (ново)греческого переводится слово ποτάσσιον? — калий — επιναυπηγός — κοιτίδα — δεκαπενθήμερο — πόνεμα — εμπλουτισμός — τραγελαφικός — προφυλάκιση — μελτεμάκι — αναστεναγμός — ενσκήπτω — σησάμη — δέσμιος — ψοφίμι — αρμαθιάζω — διασοφίζομαι — πιγκώνομαι — κομίζω — ψύχω — διαγλυφή — αμαρτάνω — ρικνότητα |
|||