|
το картон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово картон? — ναστόχαρτο как с (ново)греческого переводится слово ναστόχαρτο? — картон — αγυόπαις — χατίρι — επαναλέγω — αγναντερός — καλορί — ταπί — βαρήκοος — συνάγω — βανδαλισμός — είτε — ταμείο — αγριοτριαντάφυλλο — γουρσούζης — ατυράννητος — τσαλάκωμα — ανευρέθην — μύξης — απρόσκλητος — καρουμπαλάκι — αναδώνω — αιμόφιλος |
|||