|
розовый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово розовый? — ασπροκόκκινος как с (ново)греческого переводится слово ασπροκόκκινος? — розовый — μουλώνω — σκευογωγόν — διαφράττω — ανορμήνευτος — καθοσίωση — πούτσαρος — ανεπικούρητος — μεταγνώθω — υπερέκθεση — τουμπελέκι — ελεφαντοειδής — ημίπαλτο — δρυόξυλο — δασοπονία — ευθυτενής — εξακισχίλιοι — αλτρουίστρια — ελαιοδεκάτη — διάξυσμα — δοκιμαστικό — έγγραφος |
|||