Новогреческий словарь
παρηγορούμαι
παρηγορούμαι
утешаться; тешиться
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
утешаться
? —
παρηγορούμαι
как на
(ново)греческом
будет слово
тешиться
? —
παρηγορούμαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρηγορούμαι
? — утешаться, тешиться
#
(ново)греческий словарь
—
εκτραχύνω
—
φούσκα
—
καταπονητικός
—
αεριώθηση
—
μακαρισμοί
—
ατελιέ
—
ουλούκι
—
ανέντροπος
—
ενσφηνώνω
—
επείπον
—
ξυλομπογιά
—
ανερέθιστος
—
μετρονομικός
—
λιγογράμματος
—
διαλαλητής
—
αμελετησιά
—
καπηλικός
—
ιδία
—
γυναικομανής
—
μεταπλαστικός
—
χρωματογραφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω