Новогреческий словарь
αβάφτιστο
αβάφτιστο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αβάφτιστο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μανικοκάππι
—
ακόσσιστος
—
ξαναδίδω
—
απωθούμαι
—
απεκείθε
—
εικαστική
—
εξερευνημένος
—
δάρτης
—
αδιατάρακτος
—
μηδέποτε
—
μαγαζιάτορας
—
φιλανθρωπισμός
—
μονόκαννος
—
απόμακρα
—
ακούομαι
—
γαλαντομία
—
ανάλογο
—
σκί
—
δημοσιογραφία
—
φορεμένος
—
εσωτερικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,