|
το мед. секрет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово секрет? — ενδόκριμα как с (ново)греческого переводится слово ενδόκριμα? — секрет — χοντροκοπάνισμα — τοκάρω — αγροτεχνική — μολυβδούχος — γκερντάνι — ρητορικότης — αρτοβιομηχανία — γόνυ — υδροτροπισμός — κυτταροστατικός — Αναξιμένης — νηκτικά — λιναρόσπορος — αριθμόμετρο — αρχονταίνω — αυτοσυνείδηση — τριτάξιος — χονδρίλλα — ροχατλήκι — θεσμοφύλαξ — εξορκίστρια |
|||