ενδόκριμα

формы словаβ
ενδόκριμα
το мед. секрет



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово секрет? — ενδόκριμα
как с (ново)греческого переводится слово ενδόκριμα? — секрет


χοντροκοπάνισματοκάρωαγροτεχνικήμολυβδούχοςγκερντάνιρητορικότηςαρτοβιομηχανίαγόνυυδροτροπισμόςκυτταροστατικόςΑναξιμένηςνηκτικάλιναρόσποροςαριθμόμετροαρχονταίνωαυτοσυνείδησητριτάξιοςχονδρίλλαροχατλήκιθεσμοφύλαξεξορκίστρια




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit