|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μελετημένος? — — ακατοίκητος — λώβα — οπίσθιος — ακοινώνητος — σπήτι — σπαθωτός — φούντος — άλειωτος — ομοσπονδιακός — αυτοπαρατηρία — μαρμαίρω — κεραμιδάς — λυκάκι — ασύσταγος — ανέθιστος — αχρωματισμός — υπερθετικός — απαρνητής — σπιθίζω — σινολόγος — αντικαταρροϊκός |
|||