|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποθαρρύνομαι? — — τυπωτικά — κτύπος — αλευροπολτός — ασπρογαλάζιος — ευαγής — επαύριον — γραφειοκράτις — πολυμέριμνος — σακί — μακρόσκιος — πληγούρι — λυντσάρω — καρίνα — διάβρεξη — πολυσύχναστος — αντισηπτικός — ζωοτροφή — ξεψύχισμα — ζεύξιμο — ντεπόζιτο — μασκαρεμένος |
|||